- ἀπροστάτητος
- ἀ-προ-στάτευτος, ἀ-προ-στάτητος, ohne Vorsteher
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
ἀπροστάτητος — masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπροστάτητον — ἀπροστάτητος masc/fem acc sg ἀπροστάτητος neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπροστατήτῳ — ἀπροστάτητος masc/fem/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπροστάτητα — ἀπροστάτητος neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)